31-10-2012

Βρέθηκε ο πιθανός ένοχος της χρόνιας οσφυαλγίας! Δρ Αχιλ. Γεωργιάδης, ρευματολόγος

Βρέθηκε ο πιθανός ένοχος της χρόνιας οσφυαλγίας! Δρ Αχιλ. Γεωργιάδης, ρευματολόγος

 

Σαν χρόνιος δισκογενής πόνος, ορίζεται ο πόνος στην περιοχή της σπονδυλικής στήλης, που διαρκεί περισσότερο από 3 μήνες και που ανάλογα με το επίπεδο εκφράζεται κλινικά σαν χρόνια αυχεναλγία, χρόνια θωρακαλγία ή χρόνια οσφυαλγία. Πρόκειται για έναν από τους συχνότερους χρόνιους πόνους του ανθρώπου ο oποίος παρά τον μεγάλο επιπολασμό του, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και  παρόλο που έχουν ασχοληθεί με αυτόν χιλιάδες επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων για πολλές δεκαετίες, χρησιμοποιώντας ό,τι πιο σύγχρονο ερευνητικό μέσον υπάρχει, ο παθοφυσιολογικός μηχανισμός του εξακολουθεί να είναι άγνωστος. Τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν ότι: 1) Δεν υπάρχει σαφής παθοφυσιολογικός μηχανισμός για τον δισκογενή πόνο και 2) Εχουν δημοσιευθεί περισσότερες από 200 «τεκμηριωμένες» θεραπείες του, οι οποίες  εφαρμόζονται είτε μόνες τους ή σε συνδυασμούς, με αμφισβητήσιμα αποτελέσματα, γεγονός που μεταφράζεται ότι  πρακτικά ο χρόνιος δισκογενής πόνος δεν έχει θεραπεία (www.myoskeletiko.com. Αρθρα συνεργατών, 14-3-2012).
Είναι γνωστό ακόμη και καλά τεκμηριωμένο ότι η χρόνια οσφυαλγία στοιχίζει στο κάθε κράτος τεράστια ποσά σε χαμένες ημεραργίες και κόστος θεραπείας. Μόνον στην Αγγλία έχει υπολογισθεί ότι κάθε χρόνο η χρόνια οσφυαλγία στοιχίζει 7 δισεκατομμύρια λίρες.
Μόνο στο 15% της χρόνιας οσφυαλγίας υπάρχει αιτιολογημένη διάγνωση, στο υπόλοιπο 85% δεν υπάρχει διάγνωση και η κατάσταση χαρακτηρίζεται Χρόνια Μη Ειδική οσφυαλγία (Freburger JK, Holmes GM, Agans RP et al.: Arch. Intern. Med. 2009;169(3): 251–258).
Στο 40% της χρόνιας μη ειδικής οσφυαλγίας υπάρχουν κληρονομικά αίτια, στο υπόλοιπο 60% συνυπάρχουν ψυχολογικά αίτια (Henschke N, Maher CG, Refshauge KM et al.:BMJ 2008; 337: a171).
Ανεξάρτητα από το αίτιο όλοι η μέχρι σήμερα γνωστοί παράγοντες οδηγούν στην εκφυλιστική αλλοίωση του περιεχόμενου του μεσοσπονδυλίου δίσκου. Εάν το περιεχόμενο του μεσοσπονδυλίου δίσκου έχει αλλοιωθεί, τότε η δυνατότητά του να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις που εφαρμόζονται φυσιολογικά επάνω του, μειώνεται αισθητά και κάποια στιγμή αυτές θα προκαλέσουν ρήγματα, κυρίως στον ινώδη δακτύλιο. Μέσα στα ρήγματα αυτά σε κάθε κίνηση της ΣΣ εισέρχονται τμήματα του πηκτοειδή πυρήνα, δημιουργώντας ενδοδισκικές κήλες.
Οι ενδοδισκικές κήλες με την πάροδο της ηλικίας αυξάνονται σε αριθμό και μέγεθος. Ο μεσοσπονδύλιος δίσκος δεν έχει την δυνατότητα να τις αποκαταστήσει πλήρως. Η προοδευτική συγκέντρωσή τους στο οπίσθιο μέρος του δίσκου, εκεί που ο ινώδης δακτύλιος είναι λεπτότερος και λιγότερο ανθεκτικός, έχει σαν αποτέλεσμα να εξασκούν πίεση  στον οπίσθιο τοίχωμα του δίσκου, όπου είναι καλύτερα ανεπτυγμένο το σύστημα του πόνου. Η πίεση αυτή συνεχώς αυξάνεται και προκαλεί πόνο όταν ο εκφυλισμένος δίσκος πιέζεται, ακόμη και ελαφρά, από απλές δυνάμεις, που εξασκούνται πάνω του, με τις καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου, πχ από την κάμψη του σώματος προς τα εμπρός.

Οι συγγραφείς του άρθρου που παρουσιάζουμε, αφού ανέλυσαν το γενετικό προφίλ  από 4600 άτομα που έπασχαν από χρόνιο δισκογενή πόνο από εκφυλιστικού τύπου δισκοπάθεια, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει πράγματι γενετικό υπόβαθρο στην ανάπτυξη της νόσου και ενοχοποίησαν μάλιστα και συγκεκριμένο γονίδιο, το PARK2. Τα ευρήματά τους δείχνουν ότι μεθυλίωση του υποκινητή (promoter) του συγκεκριμένου γονιδίου μπορεί να προκαλέσει εκφύλιση των μεσοσπονδυλίων δίσκων.
Εάν τα ευρήματα αυτά επιβεβαιωθούν και από άλλους τότε πρόκειται για μια πολύ σημαντική ανακάλυψη σε ένα θέμα η ερμηνεία του οποίου  βασανίζει παρά πολλά χρόνια πολλούς ερευνητές.

 

Πηγή = Williams FM, Bansal AT, van Meurs JB, Bell JT, Meulenbelt I, Suri P, Rivadeneira F, Sambrook PN, Hofman A, Bierma-Zeinstra S, Menni C, Kloppenburg M, Slagboom PE, Hunter DJ, Macgregor AJ, Uitterlinden AG, Spector TD., Novel genetic variants associated with lumbar disc degeneration in northern Europeans: a meta-analysis of 4600 subjects Ann Rheum Dis. 2012 Oct 17. [Epub ahead of print]
από το Department Twin Research and Genetic Epidemiology, King's College London, London, UK

.