13-01-2023

Βιταμίνη D και παχυσαρκία. Η έλλειψη Βιταμίνης D προκαλεί παχυσαρκία ή το αντίθετο; Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Δ/ντής Η ́ Ορθοπαιδικής Κλινικής, Υπεύθυνος Κέντρου Οστεοπόρωσης Ερρίκος Ντυνάν (konsaropoulos@gmail.com)

Βιταμίνη D και παχυσαρκία. Η έλλειψη Βιταμίνης D προκαλεί παχυσαρκία ή το αντίθετο;

Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Δ/ντής Η ́ Ορθοπαιδικής Κλινικής, Υπεύθυνος Κέντρου Οστεοπόρωσης Ερρίκος Ντυνάν (konsaropoulos@gmail.com)

 

Είναι γνωστό ότι η Βιταμίνη D αποθηκεύεται στο σωματικό λίπος, γεγονός που μάλλον έπαιξε ζωτικό ρόλο στην εξέλιξη των σπονδυλωτών, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων, που ζούσαν σε γεωγραφικά πλάτη όπου η Βιταμίνη D δεν μπορούσε να παραχθεί το χειμώνα και έπρεπε να υπάρχουν αποθέματά της αναγκαία για την επάρκειά της όλο το έτος.

Η Βιταμίνη D έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, ως εκ τούτου είναι πιθανό η χαμηλή τιμή της να συμβάλλει στη φλεγμονή του λιπώδους ιστού, έναν παράγοντα που συσχετίζεται με την παχυσαρκία, τις μεταβολικές διαταραχές που προκύπτουν και τη νοσηρότητα που συνεπάγεται. Από την άλλη, μια μεγαλύτερη αποθήκευση Βιταμίνης D στον λιπώδη ιστό, εάν συνοδεύεται από παράλληλη αύξηση της τοπικής σύνθεσης και δράσης της ενεργούς μορφής της, δηλαδή της 1,25(OH)2D3, μπορεί να ρυθμίσει τη λειτουργία των λιποκυττάρων καθώς και τη δραστηριότητα των μακροφάγων και των άλλων ανοσοκυττάρων του λιπώδους ιστού και ως εκ τούτου το επίπεδο της φλεγμονής του.

Το ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί ακόμη είναι εάν η ανεπάρκεια της Βιταμίνης D είναι απλά ένα εργαστηριακό εύρημα στην παχυσαρκία λόγω της δέσμευσής της στο λιπώδη ιστό ή παίζει ρόλο στην ανάπτυξη της παχυσαρκίας και των επιπλοκών της, όπως π.χ. η καρδιαγγειακή νόσος, ο διαβήτης τύπου 2 και η υπέρταση.

Είναι γεγονός ότι τα χαμηλά επίπεδα Βιταμίνης D προκαλούν μειωμένη απορρόφηση ασβεστίου στο έντερο και χαμηλότερα επίπεδα ασβεστίου και τελικά αύξηση της οστικής εναλλαγής με αποτέλεσμα μειωμένη οστική μάζα και οστεοπόρωση. Παρόλα αυτά, μερικές φορές παρατηρούμε ότι οι παχύσαρκοι έχουν μεγαλύτερη οστική μάζα από ότι οι λιπόσαρκοι. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι δεν υπάρχει πραγματική έλλειψη δραστικότητας της Βιταμίνης D στα οστά στα άτομα με παχυσαρκία, κι ότι η δεσμευμένη στον λιπώδη ιστό πιθανόν να έχει σχέση με τη διατήρηση της οστικής υγείας. Από την άλλη όμως η αυξημένη οστική μάζα μπορεί να μη συσχετίζεται με αυτό και να οφείλεται απλά στην μεγαλύτερη φόρτιση του σκελετού λόγω του αυξημένου σωματικού βάρους. Επίσης, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η αύξηση ορμονών όπως των οιστρογόνων και της λεπτίνης που συμβαίνει στην παχυσαρκία πιθανώς να αντισταθμίζει τις απώλειες από την ανεπάρκεια της Βιταμίνης D στα οστά. Στην παχυσαρκία, όμως, εκτός από τη δέσμευση της Βιταμίνης D στον λιπώδη ιστό, και άλλοι πιθανοί μηχανισμοί μπορεί επίσης να συμβάλλουν στις χαμηλές τιμές της Βιταμίνης D. Μερικοί από αυτούς περιλαμβάνουν τη διαταραχή της 25-υδροξυλίωσής της στο ήπαρ λόγω λιπώδους διήθησής του, τη μικρότερη έκθεση στο ηλιακό φως λόγω της περιορισμένης δραστηριότητας των παχύσαρκων σε εξωτερικούς χώρους, αλλά και της διαφορετικής ενδυματολογικής προσέγγισής τους, καθώς οι περισσότεροι από αυτούς συνήθως καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του σώματός τους. Πράγματι, η μεγάλη συχνότητα ανεπάρκειας Βιταμίνης D στα παχύσαρκα άτομα μπορεί να συσχετίζεται και με τη δέσμευσή της από το λιπώδη ιστό. Η ανεπάρκεια αυτή πιθανώς να μην επηρεάζει την οστική μάζα και να προκαλεί οστεοπόρωση για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αλλά θα μπορούσε να έχει επιβλαβείς επιπτώσεις σε άλλα οργανικά συστήματα.

Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας στοιχεία που υποστηρίζουν ότι η ανεπάρκεια της Βιταμίνης D επιβαρύνει την αύξηση του σωματικού βάρους τα οποία προκύπτουν από ορισμένες μελέτες που έχουν δείξει ότι τα αυξημένα επίπεδα Παραθορμόνης λόγω ανεπάρκειας Βιταμίνης D προάγουν τη λιπογένεση λόγω μεγαλύτερης εισροής ασβεστίου στα λιποκύτταρα. Η άποψη αυτή επίσης ενισχύεται από την υπόθεση ότι η 1,25(OH) D αναστέλλει τη λιπογένεση μέσω δράσεων που διαμορφώνονται από τους υποδοχείς της βιταμίνης D. Αυτές οι μελέτες είναι ελπιδοφόρες, αλλά δεν είναι καλά τεκμηριωμένες, ώστε να θεωρηθεί ότι η λήψη συμπληρωμάτων Βιταμίνης D μπορεί να συμβάλλει στην πρόληψη της παχυσαρκίας.

Η συσχέτιση της βιταμίνης D και της παχυσαρκίας συνεχίζει να είναι μια επιστημονική πρόκληση. Τα χαμηλά επίπεδα Βιταμίνης D δεν μπορούν να αποκλειστούν ως αιτία παχυσαρκίας όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία που έρχονται στο φως για τους υποδοχείς της Βιταμίνης D και τη δράση της στον λιπώδη ιστό. Εκείνο ωστόσο που είναι τεκμηριωμένο είναι ότι η απώλεια σωματικού βάρους βελτιώνει την παχυσαρκία και τις επιπλοκές της καθώς και την ανεπάρκεια της Βιταμίνης D. Έτσι, παρά την έλλειψη ισχυρών δεδομένων για τη συσχέτιση παχυσαρκίας και Βιταμίνης D, η διατήρησή της σε φυσιολογικά επίπεδα είναι μια εύλογη επιδίωξη. Πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι η θεραπεία τηςανεπάρκειάς της απαιτεί υψηλότερες δόσεις στους παχύσαρκους για να επιτευχθεί η ίδια συγκέντρωση ορού σε σύγκριση με τα λεπτόσωμα άτομα, σε αντίθεση με τις δόσεις συντήρησης, που δεν χρειάζονται προσαρμογή (Does Vitamin D Deficiency Cause Obesity or Vice Versa? - Medscape - Dec 27, 2022).