03-10-2017

Ψυχολογία και Ολική Αρθροπλαστική.Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός (ksaropoulos@hotmail.com).

Ψυχολογία και Ολική Αρθροπλαστική.
Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός (ksaropoulos@hotmail.com).
 
 
Η οστεοαρθρίτιδα (ΟΑ) του γόνατος είναι η συχνότερη διαταραχή των αρθρώσεων στους ηλικιωμένους, με τους μισούς και πλέον από τους πάσχοντες να ταλαιπωρούνται με πόνο, ενδοαρθρική συλλογή υγρού, δυσκαμψία, αστάθεια, δυσκολία να σηκωθούν ή να καθίσουν και δυσχέρεια βάδισης. 
Η παραδοσιακή αντιμετώπισή της αφορά τη μείωση του πόνου και τον περιορισμό της αναπηρίας που προκαλεί, ενώ ολοένα και περισσότεροι γιατροί σήμερα έχουν υιοθετήσει μια πιο ευρεία προσέγγιση που περιλαμβάνει την πρόληψη αλλά και δυναμικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην επιβράδυνση ή τον περιορισμό της εξέλιξης της νόσου, π.χ. έγκαιρη αναγνώριση των παραγόντων κινδύνου και διόρθωσή τους. 
Υπό το πρίσμα της πιο σύγχρονης αυτής  θεραπευτικής σκοπιάς η αρχική θεραπεία είναι συνήθως μη χειρουργική και περιλαμβάνει τη φαρμακευτική θεραπεία (αναλγητικά, αντιφλεγμονώδη, ντουλοξετίνη, συμπληρώματα), τον έλεγχο του σωματικού βάρους, την άσκηση, τη φυσικοθεραπεία, τη χρήση βοηθημάτων βάδισης ή κηδεμόνων, την τροποποίηση των δραστηριοτήτων, τις εγχύσεις κορτικοειδών, υαλουρονικού, αυτόλογων αιμοπεταλίων (PRP) και βλαστοκυττάρων και διάφορες άλλες συμβατικές ή εναλλακτικές μη επεμβατικές θεραπείες αλλά και χειρουργικές τεχνικές για την επιδιόρθωση τυχόν αξονικών αποκλίσεων, αστάθειας και χόνδρινων ή άλλων ενδοαρθρικών διαταραχών.
Εάν αυτές οι θεραπευτικές προσπάθειες αποτύχουν να ελέγξουν τον πόνο και να βελτιώσουν τη δυσλειτουργία τότε η πλέον κατάλληλη επιλογή για την πλειονότητα των ασθενών με προχωρημένη ΟΑ είναι η αρθροπλαστική του γόνατος, μία επέμβαση που έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως και για πολλά χρόνια επιτρέποντας σε πολλούς ανθρώπους να ανακτήσουν αποτελεσματικά και μακροχρόνια την ποιότητα της ζωής τους. 
Ωστόσο, παρά την εξέλιξη των χειρουργικών μεθόδων και των ολοένα βελτιούμενων υλικών, δεν επιτυγχάνονται πάντα οι αναμενόμενες προσδοκίες από την επέμβαση και ένα σεβαστό ποσοστό χειρουργημένων (10-30%) δηλώνει πως δεν είναι ικανοποιημένο από τα αποτελέσματα της αρθροπλαστικής είτε λόγω υπολειμματικού χρόνιου πόνου (πάνω από 3 μήνες) ή περιορισμένης λειτουργικότητας, ενοχλήματα που τις περισσότερες φορές υποκρύπτουν  ψυχοκοινωνικό υπόστρωμα, ιδίως στις περιπτώσεις μακροχρόνιας νόσησης.
Πράγματι, η βιβλιογραφία επιβεβαιώνει πως εκτός της βαρύτητας και της χρονιότητας της πάθησης και της χειρουργικής επιτυχίας, σπουδαίο ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα διαδραματίζουν και χαρακτηριστικά του ασθενή, όπως η δομή της προσωπικότητας του και η παιδεία του γενικότερα, η κοινωνικοοικονομική και ψυχολογική του κατάσταση, ιδίως η κατάθλιψη, το άγχος  και οι διαταραχές του ύπνου, που απαντούν συχνά μεταξύ των ασθενών που πάσχουν από χρόνιες ασθένειες, όπως εν προκειμένω η ΟΑ, κι επηρεάζουν δυσμενώς την αποθεραπεία, τα αποτελέσματα της επέμβασης και την ικανοποίηση των ασθενών από αυτήν.
Πρόσφατη, άλλωστε, μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ στις ΗΠΑ έδειξε για άλλη μια φορά ότι τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και του ψυχολογικού προφίλ του ασθενή είναι δυνατό να προβλέψουν την επιμονή αλλά και τη σοβαρότητα του μετεγχειρητικού πόνου και της διαταραχής της λειτουργικότητας, γεγονός που επιβάλλει στους θεράποντες να λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τους αυτούς τους παράγοντες και να προσπαθούν να τους τροποποιήσουν ώστε να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό μετεγχειρητικό αποτέλεσμα για τους ασθενείς τους.
Στην εν λόγω μελέτη αξιολογήθηκαν 153 ασθενείς, 64 ετών κατά μέσο όρο, οι οποίοι αξιολογήθηκαν κλινικά και μέσω ψυχοκοινωνικών εργαλείων προεγχειρητικά και έξι μήνες μετά την επέμβαση, η πλειοψηφία των οποίων παρουσίασε ελάχιστο ή μηδενικό πόνο στο εξάμηνο.
Ταυτόχρονα στην ίδια μελέτη διαπιστώθηκε ότι ο εμμένων μετεγχειρητικός πόνος συσχετιζόταν ισχυρά με την ένταση και τη χρονιότητα του προεγχειρητικού πόνου, τις διαταραχές του ύπνου, το φόβο της επέμβασης και της αποκατάστασης, το έντονο περιεγχειρητικό στρες, το άγχος και την κατάθλιψη, κ.λπ., που σημαίνει πως είναι σημαντική η αξιολόγηση αυτών των ψυχοκοινωνικών παραγόντων και ότι η διόρθωσή τους θα μπορούσε να μειώσει την πιθανότητα παραμονής του πόνου μετά την επέμβαση.
Φαίνεται λοιπόν για άλλη μια φορά ότι το επίπεδο της επικοινωνίας γιατρού και ασθενή είναι το μεγάλο ζητούμενο, αφού μέσω αυτής της διαδικασίας κατά τη λήψη του ιστορικού, την κλινική εξέταση και την ακόλουθη ενημέρωση για αυτή καθαυτή την επέμβαση είναι δυνατό να επιτευχθούν οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στον μεν ενημερωμένο ασθενή να αντιμετωπίσει όσο πιο ψύχραιμα και ρεαλιστικά γίνεται την όλη διαδικασία, στο δε γιατρό να μπορέσει να αναγνωρίσει και να παρέμβει σε εκείνους τους πιθανούς παράγοντες που θα επιδρούσαν στο τελικό αποτέλεσμα της επέμβασης.
Έχοντας λοιπόν κατά νου ότι ο «επιφυλακτικός» ασθενής είναι πιθανό να αναπτύξει χρόνιο μετεγχειρητικό πόνο, πρέπει να μην υποτιμούμε παρεμβάσεις που αφορούν την ενημέρωση κι εκπαίδευσή του, τη βελτίωση του ύπνου, του άγχους και της κατάθλιψής του φαρμακευτικά, με τεχνικές χαλάρωσης ή και με πιο εξειδικευμένη φροντίδα εάν απαιτείται, και να προλάβουμε το έντονο στρες και την αρνητική προσέγγιση κατά τη διάρκεια της επέμβασης και της αποκατάστασής του. 
Είναι γνωστό άλλωστε σε όλους τους κλινικούς γιατρούς πως όσο αναλύονται οι ιδιαιτερότητες και οι ανάγκες των ασθενών και τις αξιοποιούμε κατάλληλα με ουσιαστικές παρεμβάσεις, τόσο μεγιστοποιείται η επιτυχία κάθε ιατρικής οδηγίας ή πράξης.
Πηγή: Greco C., Belfer I., Vulakovich K., Landsittel D., Dai F., Chelly J. Associations of psychosocial factors with chronic postsurgical pain following total knee arthroplasty. Journal of pain, 2017.