05-12-2017

Γιατί οι ασθενείς με ολική αρθροπλαστική δεν έχουν την αναμενόμενη φυσική δραστηριότητα;Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός (ksaropoulos@hotmail.com)

Γιατί οι ασθενείς με ολική αρθροπλαστική δεν έχουν την αναμενόμενη φυσική δραστηριότητα;
Κων/νος Σαρόπουλος, Ορθοπαιδικός Χειρουργός (ksaropoulos@hotmail.com)
 
 
 
Η ολική αρθροπλαστική είναι η αντικατάσταση της φθαρμένης άρθρωσης με τεχνητά μοσχεύματα όταν δεν αποδίδει πλέον η συντηρητική θεραπεία στην αντιμετώπιση του πόνου και της δυσλειτουργίας. Όταν δηλαδή δεν αρκούν οι τροποποιήσεις των δραστηριοτήτων, η φυσικοθεραπεία, οι συστηματικές ασκήσεις, τα φάρμακα, οι ενδοαρθρικές ενέσεις, ο έλεγχος του σωματικού βάρους και άλλες πιο ειδικές θεραπείες για την κάθε αρθρίτιδα ξεχωριστά. Η αρθροπλαστική γίνεται στο ισχίο και το γόνατο, αλλά και τις άλλες αρθρώσεις, για την απαλλαγή από τον πόνο, την επαναφορά της κινητικότητας και τη βελτίωση της σωματικής ικανότητας και της ποιότητας ζωής.
Η αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης και η κοινωνική σημασία της διατήρησης της λειτουργικότητας των ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας έχουν αυξήσει κατά πολύ τα τελευταία χρόνια τις ολικές αρθροπλαστικές και υπολογίζεται ότι το 2030 θα υποβληθούν σε ολική αρθροπλαστική γόνατος και ισχίου 11 εκατομμύρια Αμερικανοί.
Έως σήμερα, οι περισσότερες μελέτες για την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της ολικής αρθροπλαστικής αφορούν την αξιολόγηση του πόνου και της λειτουργικότητας και λίγη μόνο προσοχή έχει δοθεί στην βελτίωση της φυσικής δραστηριότητας. Μια πρόσφατη όμως μετα-ανάλυση 7 μελετών (2002–2014) επικεντρώθηκε ακριβώς σε αυτήν τη τελευταία παράμετρο και φεῦ έδειξε ότι, παρά τα σημαντικά οφέλη της επέμβασης, οι ασθενείς με αρθροπλαστική δεν γίνονται τόσο δραστήριοι, όσο θα αναμενόταν.
Πράγματι κατά τη συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε στο Arthritis Care & Research οι ερευνητές αναζήτησαν μια πιο σαφή εικόνα των μετεγχειρητικών αποτελεσμάτων όσον αφορά τη σωματική δραστηριότητα καθώς έχει βεβαιωθεί ότι η αύξησή της βελτιώνει τη λειτουργική κινητικότητα, την αερόβια ικανότητα, τον πόνο και την κατάθλιψη, αλλά και το σωματικό βάρος, η αύξηση του οποίου αυξάνει την πιθανότητα αποτυχίας της αρθροπλαστικής και την ανάγκη επανεπέμβασης (αναθεώρηση ολικής αρθροπλαστικής) στους ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα. 
Ο περιορισμός της σωματικής δραστηριότητας και μετεγχειρητικά ίσως οφείλεται στον καθιστικό τρόπο ζωής ή το φόβο για τον πόνο που κατά κάποιο τρόπο έχει επιβάλλει στους ασθενείς η χρόνια δυσλειτουργία. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι κάποιοι από αυτούς τους ασθενείς μπορεί να μη καταφέρνουν να ξεπεράσουν το ψυχοκοινωνικό προφίλ της μακροχρόνιας νόσησης ή αντίθετα μερικοί να νιώθουν απογοητευμένοι γιατί προσδοκούσαν σε ένα μετεγχειρητικό πρότυπο κινηματογραφικού υπερήρωα.
Ως γνωστόν, ο χρόνος επιβίωσης των περισσότερων αρθροπλαστικών σήμερα ξεπερνάει τα 15-20 έτη και υπάρχει η δυνατότητα αναθεώρησης εάν αυτές αποτύχουν, κι αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό από τους ασθενείς που αδρανούν, γιατί όπως προαναφέρθηκε δεν βλάπτει μόνον η υπερδραστηριότητα, αλλά και η απραξία. 
Πολλοί ασθενείς θεωρούν ότι όσο πιο επιφυλακτικοί είναι, τόσο περισσότερο θα κρατήσει η επέμβασή τους. Ακόμα θυμάμαι μερικούς από τους δασκάλους μου να λένε στους ασθενείς που πρόκειται να υποβληθούν σε ολική αρθροπλαστική πως από την επέμβαση και μετά πρέπει να απολαμβάνουν το σαλόνι τους και να εγκαταλείψουν τις άλλες τους δραστηριότητες, γιατί πλέον πρέπει να προσέχουν ώστε να μην κουράζουν τη νέα τους άρθρωση για να επιβιώσει περισσότερα χρόνια. 
Ίσως αυτό το λανθασμένο στερεότυπο να το περνάμε ασυναίσθητα στους ασθενείς μας. Λίγοι, άλλωστε, είναι οι ορθοπαιδικοί χειρουργοί που επιμένουν σε ένα πιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα αποκατάστασης ή που προτείνουν την ανάκτηση ενός πιο δραστήριου τρόπου ζωής ακόμα και σήμερα. Μάλλον οι περισσότεροι έχουμε επικεντρωθεί στην άμεση μετεγχειρητική πορεία, θεωρώντας ότι ο ασθενής μετά το χειρουργείο θα αυξήσει τη σωματική του δραστηριότητα αφού δεν θα πονάει και θα έχει πιο λειτουργική άρθρωση, πράγμα που όπως φαίνεται δεν συμβαίνει. 
Είμαι πεπεισμένος ότι η ολοκληρωμένη ενημέρωση του ασθενή μας ως προς τη φύση της νόσου αλλά και τις δυνατότητες της επέμβασης με ειλικρίνεια και ευαισθησία και ιδίως η διατήρηση καλού επιπέδου επικοινωνίας, αλλά και η ενθάρρυνσή του στην ενεργό συμμετοχή κατά την αποθεραπεία, θα ανατρέψουν τα παραπάνω δεδομένα.
Επίσης, δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι υπάρχουν συστήματα υγείας και κλινικές εμπειρίες, όπου δεν αναπτύσσεται η απαιτούμενη αυτή δυναμική μεταξύ ασθενή και χειρουργού, καθώς άλλοι παραπέμπουν για επέμβαση, άλλοι χειρουργούν και άλλοι παρακολουθούν την αποκατάσταση των ασθενών, μια πρακτική που πολλές φορές εφαρμόζεται και από μερικούς «εμπορικούς γιατρούς», που μόνο χειρουργούν, είτε γιατί τους παραπέμπουν έτοιμους ασθενείς, είτε γιατί δεν προλαβαίνουν να τους θεραπεύσουν ή να τους παρακολουθήσουν οι ίδιοι.  
Εν κατακλείδι, η επιτυχία της ολικής αρθροπλαστικής πρέπει να στοχεύει και στη βελτιστοποίηση των απώτερων αποτελεσμάτων της σε σχέση με τη συνολική υγεία του ασθενή μας. Θα πρέπει λοιπόν να ενεργοποιήσουμε πιο δραστικές μεθόδους για την προώθηση της σωματικής δραστηριότητας μετεγχειρητικά, όπως τα εξατομικευμένα προγράμματα μυϊκής ενδυνάμωσης, τις αερόβιες ασκήσεις, την εκπαίδευση του ασθενή και της οικογένειάς του όσον αφορά τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και της συνετής, αλλά όχι φοβικής, προσέγγισης, αλλά και να μη διστάσουμε να αποκαθηλώσουμε νοοτροπίες υιοθετώντας πιο παρεμβατικές συμπεριφορές από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες μετά την αρθροπλαστική καθορίζοντας ακόμα και τους στόχους της φυσικής δραστηριότητας στον κάθε ασθενή μας ξεχωριστά.
 
Πηγή: Hammett T., et al; "Changes in physical activity after total hip or knee arthroplasty: a systematic review and meta-analysis of 6 and 12-month outcomes" Arthritis Care Res 2017; DOI:10.1002/acr.23415.