28-06-2016

Είναι Υπερδιάγνωση, ή μήπως Πενία, όχι πάντα οικονομική, Τέχνας Κατεργάζεται; Δρ Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, Ρευματολόγος, (myoskeletiko@gmail.com).

Είναι Υπερδιάγνωση, ή μήπως Πενία, όχι πάντα οικονομική, Τέχνας Κατεργάζεται;
Δρ Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, Ρευματολόγος, (myoskeletiko@gmail.com).
 
 
 
 
 
Είναι γνωστό στους περισσότερους ότι δεν είμαι φανατικός υποστηρικτής ούτε των κατευθυντηρίων οδηγιών, ούτε των κριτηρίων διάγνωσης που εκδίδουν κάθε χρόνο οι διεθνείς Ευρωπαϊκοί ή Αμερικάνικοι οργανισμοί για τις διάφορες ρευματικές παθήσεις. Ο λόγος είναι ότι τα τελευταία 30 χρόνια έχουν τόσες φορές αλλάξει, που εάν κάποιος εφάρμοζε κατά γράμμα ότι έχει γραφεί κατά καιρούς, θα είχε σοβαρό πρόβλημα τόσο με την διάγνωση και με την θεραπεία των ασθενών του. 
Παρόλα αυτά εφαρμόζω κατά γράμμα ότι έχει μείνει αναλλοίωτο διαχρονικά, απόλες αυτές τις αλλαγές, χρησιμοποιώντας παράλληλα και τα φαιά κύτταρα του εγκεφάλου μου.
Τα τελευταία 5 χρόνια, λόγω της οικονομικής κρίσης, πολλοί ασθενείς έπαψαν να πηγαίνουν σε εξωτερικούς ακριβούς γιατρούς και στράφηκαν προς τους γιατρούς των ταμείων τους. Ετσι και εγώ εκεί που έβλεπα κυρίως Οστεοπόρωση, Οστεοαρθρίτιδα και άλλες απλές φλεγμονώδεις νόσους, χρειάσθηκε να ασχοληθώ, ξανά και έντονα, με κάποιες, αγαπημένες παθήσεις της νεότητάς μου, όπως η Ρευματοειδής αρθρίτιδα και οι νόσοι του κολλαγόνου.
Με έκπληξη διαπίστωσα όμως ότι: 1) Οι Ρευματοειδείς Αρθρίτιδες  έχουν πληθύνει υπερβολικά. 2) Η Μεθοτρεξάτη έχει γίνει κοινό φάρμακο,  όσο και η Ασπιρίνη και 3) Η θεραπεία με βιολογικούς παράγοντες εφαρμόζεται «επί δικαίων και αδίκων». Ολα αυτά θα μπορούσανε να μην μου κάνανε ιδιαίτερη εντύπωση, εάν δεν ήμουνα πλέον σοβαρά υπεύθυνος τόσο για την διάγνωση όσο και για την θεραπεία των ασθενών του Ταμείου που υπηρετώ και εξαρτώνται πλέον από εμένα.
Τους προβληματισμούς μου τους εξέθεσα σε διάφορους συναδέλφους ρευματολόγους, νέους και παλιούς, χωρίς να πάρω κάποια συγκεκριμένη απάντηση. Στη συνέχεια, επειδή το θέμα με έκαιγε, τόλμησα να το θέσω και σε δύο Ρευματολογικά συνέδρια από αυτά που κάνουμε κάθε τόσο. Στο πρώτο με αγνόησαν, αν και ήταν τότε που συζητούσαμε για τα θεραπευτικά πρωτόκολλα και την υπερβολική συνταγογράφηση βιολογικών παραγόντων. Στο δεύτερο, γνωστός καθηγητής μη Αθηναϊκού Πανεπιστημίου αντιμετώπισε, θα έλεγα περίεργα, μια σχετική ερώτησή μου, λέγοντας μου «εμείς απαντούμε σύμφωνα με αυτά που βρίσκουμε στο εργαστήριό μας, τα υπόλοιπα δεν μας ενδιαφέρουν». 
Την τελευταία εβδομάδα όμως αντιμετώπισα δύο ακόμη περιστατικά, νέων γυναικών, ηλικίας από 20 έως 30 ετών, που έθεσαν το πρόβλημα, ιδιαίτερα έντονα και αυτό με ωθησε να γράψω αυτό το άρθρο.
Η μεν πρώτη, η μικρότερη, για μια μονοαρθρίτιδα, ελάμβανε Μεθοτρεξάτη για 5 χρόνια επειδή είχε τεθεί από κάποιον, η διάγνωση της Ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Καμμία εργαστηριακή εξέταση, νέα ή παλιά, δεν ήταν θετική για οποιαδήποτε φλεγμονώδη αρθρίτιδα. Παρόλα αυτά η Μεθοτρεξάτη, Μεθοτρεξάτη!!! Το περίεργο ήταν ότι κανείς συνάδελφος, από τους πολλούς που την είδαν, δεν προβληματίστηκε.
Η δεύτερη, η μεγαλύτερη, τα τελευταία 10 χρόνια κυκλοφορεί με την διάγνωση Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, για κάποια κοινά και ασαφή δερματολογικά ευρήματα και χωρίς μια σχετική αιματολογική εξέταση θετική, ούτε έστω θετικά ΑΝΑ, από την αρχή της διάγνωσης της νόσου της μέχρι σήμερα. Παρόλα αυτά λαμβάνει έκτοτε  Plaquenil.
Βέβαια το να κάνει κάποιος Υπερδιάγνωση δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο, αλλά να χορηγεί προληπτική Υπερθεραπεία είναι υπερβολικό και επικίνδυνο.
Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και σε άλλες ειδικότητες, πλην της Ρευματολογίας, αλλά εκεί δεν έχω την δυνατότητα και την ειδική εμπειρία για να το κρίνω.
Εάν δεν είχα ασχοληθεί έντονα, τα τελευταία 5 χρόνια, με την διεθνή βιβλιογραφία, λόγω του Ιστοτόπου που διαχειρίζομαι, και που είμαι υποχρεωμένος να διαβάζω καθημερινά πάνω από 20 πρόσφατα abstracts, σχετικά με τις παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος, θα έλεγα ότι μου λείπουν οι καινούργιες γνώσεις. Ακόμη, εάν δεν ήμουνα ρευματολόγος πάνω από 35 χρόνια, θα έλεγα στον εαυτό μου «νέος είσαι ακόμη, θα μάθεις». Δυστυχώς ή ευτυχώς, τίποτε από αυτά τα δύο δεν συμβαίνει. Γιαυτό αναρωτιέμαι μήπως το παρακάνουμε κύριοι συνάδελφοι για «διαφόρους» λόγους. Μία αρχαιοελληνική παροιμία τονίζει: «Φιλούσι ιατροί λέγειν τά φαύλα μείζω», δηλαδή «αγαπούν οι γιατροί να μεγαλοποιούν τα άσχημα». Τώρα γιατί «φιλούσι», βρήτε το εσείς.