14-07-2023

Πυρετός. Μια χρήσιμη αντίδραση του οργανισμού! Δρ Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, Ρευματολόγος

Πυρετός. Μια χρήσιμη αντίδραση του οργανισμού!

Δρ Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, Ρευματολόγος

 

Πυρετός είναι η άνοδος της θερμοκρασίας του σώματος πάνω από 37 βαθμούς Κελσίου.

Ο πυρετός είναι μία από τις εκδηλώσεις της φλεγμονής και αποτελεί και αυτός μία αμυντική διαδικασία των θερμόαιμων ζώων σε εξωτερικά και εσωτερικά φλεγμονώδη ερεθίσματα (Κάμβριος Περίοδος). Πιστεύεται ότι δημιουργήθηκε πριν 600 εκατομμύρια χρόνια όταν ο αριθμός των έμβιων όντων στην Γη αυξήθηκε εντυπωσιακά και χρειάστηκε να αποκτήσουν εξελιγμένες βιολογικά άμυνες για να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό με τα άλλα είδη στο περιβάλλον τους. Το μεταβολικό κόστος του πυρετού για τον οργανισμό είναι ιδιαίτερα υψηλό αλλά απαραίτητο για την επιβίωση του.

Η μέτρηση της θερμοκρασίας του σώματος γίνεται με τα θερμόμετρα. Η ανακάλυψη των θερμομέτρων έγινε, όπως και πολλά άλλα από τους Έλληνες, τον 1ο αιώνα π.Χ. Τα τότε θερμόμετρα αποτελούντο από έναν σωλήνα μέσα στον οποίο υπήρχε αέρας και νερό. Αν και πολλοί πιστεύουν ότι το πρώτο θερμόμετρο το ανακάλυψε ο Γαλιλαίος, η αλήθεια είναι ότι ο Βενετσιάνος Santorio Santorio είναι αυτός που κατόρθωσε να βαθμονομήσει την συσκευή του Γαλιλαίου που διαπίστωνε απλώς την μεταβολή της θερμοκρασίας και το 1612 να δημιουργήσει το πρώτο λειτουργικό θερμόμετρο.

Η φυσιολογική θερμοκρασία του σώματος κυμαίνεται από 36 έως 37 βαθμούς Κελσίου, καθόλη την διάρκεια της ημέρας και εξαρτάται από την περιοχή που τοποθετούμε το θερμόμετρο. Η χαμηλότερη θερμοκρασία ευρίσκεται στο δέρμα της περιοχής της μασχάλης και η υψηλότερη στον βλεννογόνο της  περιοχής του πρωκτού. Μικρές διακυμάνσεις (+- 1 βαθμός) εμφανίζονται σε μεταβολές του μεταβολισμού του σώματος π.χ. μικρή αύξηση της θερμοκρασίας 20-30 λεπτά μετά το φαγητό, ή πτώση ενός 1-2 βαθμών κατά την διάρκεια του νυκτερινού ύπνου, συγκριτικά με την ημέρα ή διακυμάνσεις στις μεταβολές των ορμονών στις γυναίκες, π.χ. η ωορρηξία προκαλεί μια μικρή αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος μέχρι τους 37 βαθμούς Κελσίου η οποία παραμένει μέχρι την εμφάνιση της εμμήνου ρύσης και εάν η γυναίκα μείνει έγκυος  η θερμοκρασία αυτή διατηρείται καθόλη την διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες οι πληροφορίες που αφορούν την θερμοκρασία  του σώματος ανιχνεύονται από τις απολήξεις των νευρώνων των αισθητικών νεύρων των οποίων τα κυτταρικά σώματα ευρίσκονται στα πρωτογενή αισθητήρια γάγγλια και στη συνέχεια μεταδίδονται ηλεκτρικά στο ραχιαίο κέρας του νωτιαίου μυελού  και  από εκεί με τα νωτιοθαλαμικά δεμάτια οι ερεθισμοί καταλήγουν στο θερμορυθμιστικό κέντρο του εγκεφάλου το οποίο ευρίσκεται στην  προοπτική περιοχή του υποθαλάμου.

Εάν ο υποθάλαμος αισθάνεται ότι η θερμοκρασία του σώματός είναι πολύ υψηλή ή πολύ χαμηλή, στέλνει σήματα στο νευρικό σύστημα, στους μύες, στα κατάλληλα όργανα του δέρματος και  αλλού ώστε να τροποποιηθεί η θερμοκρασία (DOI: 10.1007/s10286-017-0420-z) και να επανέλθει στο φυσιολογικό. Η ομοιοστασία της θερμότητας στον οργανισμό εξαρτάται από ένα πλήθος νευρικών ερεθισμάτων, ορμονών και άλλων. Μερικά από αυτά είναι οι δίαυλοι  K + ,οι ευαίσθητοι στην ATP, νευρορυθμιστικές ουσίες  όπως το γλουταμικό οξύ, το GABA και η νορεπινεφρίνη, ορμόνες όπως τα οιστρογόνα, η προγεστερόνη και πολλές άλλες ουσίες. Συμπερασματικά η θερμορύθμιση οφείλεται σε  ένα μίγμα των δράσεων νευρικών και ενδοκρινικών στοιχείων (βλέπε και φυσιολογία του πόνου).

Από πρακτικής πλευράς το θερμορυθμιστικό κέντρο για να διατηρήσει σταθερή θερμοκρασία στους 37°C περίπου, χρησιμοποιεί διάφορες φυσικές διεργασίες. Αυτές διαχωρίζονται σε όσες ανεβάζουν την θερμοκρασία του σώματος και σε όσες την κατεβάζουν, τόσο ώστε να διατηρηθεί στα φυσιολογικά επίπεδα. Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι 5. Οι υπεύθυνες για να κατεβάσουν την θερμοκρασία του σώματος είναι: α) Η εφίδρωση.  Η αποβολή ιδρώτα από τους ιδρωτοποιούς αδένες του δέρματος έχει σαν αποτέλεσμα το υγρό που συγκεντρώνεται στην επιφάνεια του δέρματος για να εξατμισθεί χρησιμοποιεί την θερμότητα της επιφάνειας του δέρματος μειώνοντας την θερμοκρασία του και κατ’ επέκταση την θερμοκρασία του σώματος. β) Η υπεραιμία και αγγειοδιαστολή των αιμαγγείων του δέρματος η οποία εκθέτει με αυτό τον τρόπο μεγαλύτερο τμήμα του αγγειακού δένδρου στο εξωτερικό περιβάλλον αποβάλλοντας θερμότητα και μειώνει με αυτό τον τρόπο την θερμοκρασία αρχικά του αίματος και στη συνέχεια του σώματος. Οι διαδικασίες οι υπεύθυνες για την αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος είναι: α) Το ρίγος δηλαδή οι ταχύτατες συσπάσεις και χαλάσεις των μυών του σώματος οι οποίες έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση του μεταβολισμού που χρησιμοποιείται  πλέον για άνοδο της θερμοκρασίας του σώματος. β) Η αγγειοσύσπαση των αιμαγγείων του δέρματος έχει σαν αποτέλεσμα την όσο το δυνατόν μείωση της έκθεσης του θερμότερου αίματος στην θερμοκρασία του περιβάλλοντος και γ) Η ανατριχίλα. Πρόκειται για μια σύσπαση των ορθοτήρων μυών που ελέγχουν τις τρίχες του δέρματος. Με αυτό τον τρόπο αυξάνεται το πάχος του δέρματος (σαν την γούνα) και αποκλείεται η απώλεια της θερμοκρασίας από το δέρμα διότι παγιδεύεται ανάμεσα στις τρίχες ο ζεστός αέρας που δημιουργεί το σώμα. Γιαυτό όταν «ανεβαίνει» ο πυρετός έχουμε κλινικά ανάλογες εκδηλώσεις που ανεβάζουν την θερμοκρασία του σώματος όπως ρίγος (15-30 λεπτά πριν την άνοδο), αγγειοσύσπαση δηλαδή ωχρό και κρύο δέρμα και ανατριχίλες, ενώ για να «πέσει» ο πυρετός έχουμε εφίδρωση και θερμό δέρμα.

Όπως είπαμε ένα άτομο παρουσιάζει πυρετό όταν η θερμοκρασία του σώματος του αυξηθεί πέραν των 37 βαθμών Κελσίου. Για πρακτικούς λόγους έχουμε τέσσερεις διαβαθμίσεις του πυρετού: 1) Χαμηλός πυρετός από 37,3 έως 38 βαθμούς C, 2) Μέτριος πυρετός από 38,1 έως 39,0 βαθμούς C. 3) Υψηλός πυρετός από 39,1 έως 41 βαθμούς C και 4) Υπερπυρεξία πέραν των 41 βαθμών Κελσίου. Μια παραλλαγή της υπερπυρεξίας είναι η υπερθερμία όπου η θερμοκρασία του σώματος είναι μεν υψηλή αλλά δεν εξαρτάται από το θερμορυθμιστικό κέντρο του υποθαλάμου και δεν αφορά την διαδικασία του πυρετού και η οποία μπορεί να προκαλέσει κλινικές εκδηλώσεις όπως η θερμοπληξία την οποία μπορεί να δημιουργήσουν: α) Διάφορα φάρμακα (π.χ. φαινοθειαζίνες κ.ά.), β) Το σεροτονικό σύνδρομο (SSRIs κ.ά.), γ) Η Θυρεοτοξίκωση, δ) Μια εγκεφαλική αιμορραγία κ.ά.

Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία εκδηλώνεται αρχικά με κράμπες λόγω απώλειας αλάτων και μετά να εμφανισθούν ζάλη, σύγχυση, πονοκέφαλος, ναυτία και εμετός. Επίσης μπορεί να παρατηρηθούν παραλήρημα, σπασμοί και κάποιες φορές πλήρης απώλεια αισθήσεων. Το δέρμα είναι καυτό, ερυθρό και ξηρό και προοδευτικά εμφανίζονται τα συμπτώματα από άλλα οργανικά συστήματα που περιγράφουμε στην συνέχεια. Λέγεται ότι μπορεί η θνητότητα ανέρχεται μέχρι και 25%.

Άλλες κλινικές παραλλαγές του πυρετού που συζητούνται συχνά:

  • Δεκατική πυρετική κίνηση είναι η κατάσταση κατά την οποία η θερμοκρασία κυμαίνεται από 37,2 έως 37,8 με αδυναμία και ήπιες εφιδρώσεις. Μπορεί να οφείλεται σε λοιμώδη, αλλά και μη λοιμώδη νοσήματα αλλά και σε κακή θερμομέτρηση.
  • Πυρετός αγνώστου αιτιολογίας ονομάζεται αυτός ο οποίος διατηρείται πάνω από 38,3ο C συνεχώς, διαρκεί περισσότερο από 3 εβδομάδες και παρά την διεξοδική διερεύνηση σε νοσοκομείο δεν έχει βρεθεί το αίτιο του. Διαχωρίζεται σε 4 τύπους: Κλασικός, Νοσοκομειακός, Oυδετεροπενικός, Σχετιζόμενος με λοίμωξη από ΗΙV.

Οι δύο τελευταίοι τύποι πυρετού είναι λογικό ότι χρειάζονται εκτεταμένο και λεπτομερή κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο.

Καλόν είναι να τονίσουμε ότι η συνήθεια να μετράμε τον πυρετό με την παλάμη στο μέτωπο του ασθενούς είναι μια λανθασμένη κίνηση και η σχετική ακρίβεια της επιτυγχάνεται σε ποσοστό λιγότερο από το 40% των περιπτώσεων.

Η άνοδος της θερμοκρασίας του σώματος οφείλεται στην παραγωγή προσταγλανδινών από τα φλεγμονώδη ερεθίσματα όπως έχουμε ήδη αναλυτικά περιγράψει σε άλλα κεφάλαια. Στην περίπτωση του πυρετού υπεύθυνη είναι η προσταγλανδίνη PGE2 η οποία δρα διαμέσου του υποδοχέα της ΕP3 στα νευρικά κύτταρα του θερμορυθμιστικού κέντρου του υποθαλάμου. Για να εκδηλωθεί όμως η δράση της χρειάζεται κάποιες εξωγενείς πυρετογόνες ουσίες, που συνήθως παράγουν τα βακτήρια και οι ιοί ή κάποιες ενδογενείς πυρετογόνες ουσίες  όπως είναι οι Ιντερλευκίνες (IL1-IL6), o ΤΝF, η Ιντερφερόνη που παράγονται σε κάθε φλεγμονή (https://doi.org/10.1016/j.cell.2019.03.022). Αυτές αρχικά ευαισθητοποιήσουν τους υποδοχείς του αγγειακού οργάνου του τελικού πετάλου του υποθαλάμου (organum vasculosum of the lamina terminalis (OVLT) και μετά δρουν οι προσταγλανδίνες. Το ενδιαφέρον είναι ότι στην περιοχή αυτή δεν υφίσταται αιματοεγκεφαλικός φραγμός και αυτός είναι ο λόγος που τόσο χημικά διαφορετικές ουσίες μπορούν εύκολα να ερεθίσουν τα νευρικά κύτταρα του θερμορυθμιστικού κέντρου του υποθαλάμου το οποίο ευρίσκεται όπως είπαμε στην κοιλιακή έσω προοπτική περιοχή του  (ventral medial preoptic (VMPO) area).

Η ενεργοποίηση του θερμορυθμιστικού κέντρου πλην της ανόδου της θερμοκρασίας του σώματος προκαλεί ταχυκαρδία, αύξηση της αναπνευστικής συχνότητας, αύξηση του μεταβολισμού των πρωτεϊνών και του λίπους και όλα αυτά διότι ο οργανισμός χρειάζεται αυξημένο οξυγόνο και ενέργεια. Πιστεύεται ότι για κάθε αύξηση κατά 1 βαθμό Κελσίου της θερμοκρασίας απαιτείται 10-12% αύξηση του ρυθμού του μεταβολισμού.

Παράλληλα με την άνοδο της θερμοκρασίας διεγείρεται και όλο το ανοσολογικό σύστημα σε μια προσπάθεια να εξουδετερώσει αφενός τις πυρετογόνες ουσίες αφετέρου τους εισβολείς. Πράγματι πολλά από τα μικρόβια και τους ιούς δεν μπορούν να πολλαπλασιαστούν σε αυξημένες θερμοκρασίες, έτσι με τον πυρετό αναστέλλεται ο πολλαπλασιασμός των μικροβίων όταν πρόκειται για μικροβιακή λοίμωξη αλλά εμποδίζεται και η είσοδος των ιών (virion) μέσα στα κύτταρα όταν πρόκειται για ιογενή  λοίμωξη. Πολλοί επιμένουν ότι δεν πρέπει να χορηγούνται αντιπυρετικά φάρμακα εάν ο πυρετός δεν ξεπεράσει τους 38 βαθμούς Κελσίου διότι μειώνουμε την φυσιολογική άμυνα του οργανισμού στην φλεγμονή (doi: 10.1093/emph/eoaa044).

Εάν όμως ο πυρετός ξεπεράσει τους 38 βαθμούς Κελσίου και διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα τότε η χορήγηση αντιπυρετικών είναι απαραίτητη και αυτό διότι επηρεάζεται :

  1. Η καρδιά από την ταχυκαρδία (βραδυκαρδία σε τυφοειδή, μηνιγγίτιδα) και την ταχύπνοια, άρα την μείωση του οξυγόνου που χρειάζεται για να λειτουργήσει, προκαλούνται διαταραχές στο ΗΚΓ και ακόμη αυξάνεται και η τροπονίνη στο αίμα.
  2. Ο εγκέφαλος (υπνηλία, διέγερση, παραλήρημα) από την βλάβη των εγκεφαλικών κυττάρων ιδιαίτερα της παρεγκεφαλίδας τα οποία μπορούν να υποστούν και μόνιμη βλάβη.
  3. Το ήπαρ από την βλάβη των ηπατικών κυττάρων. Η ηπατοτοξικότητα της υπερπυρεξίας ανεβάζει τις τρανσαμινάσες στο αίμα για αρκετό χρονικό διάστημα οι οποίες παραμένουν και μετά την θεραπεία της.
  4. Τα νεφρά. Η υπερβολική και χρόνια παραμονή υψηλού πυρετού στον άνθρωπο μπορεί να οδηγήσει σε οξεία νεφρική ανεπάρκεια (ολιγουρία, βαθύχρωμα ούρα από αφυδάτωση).
  5. Το αίμα. Σε υπερπυρεξίες αναστέλλεται η πηκτικότητα του αίματος και αυξάνεται η πιθανότητα αύξησης αιμορραγιών.
  6. Το γαστρεντερικό σύστημα με την αύξηση της συμμετοχής του στην φλεγμονώδη διαδικασία.

Τα αίτια του πυρετού στο 80% των περιπτώσεων είναι μια ιογενής ή μικροβιακή λοίμωξη. Το υπόλοιπο 20% αφορά κακοήθειες, κακώσεις ιστών είτε τραυματικές, είτε ιατρογενείς (χειρουργείο), φαρμακευτικές αντιδράσεις, νευρογενής πυρετός (σε σημαντική βλάβη του εγκεφάλου ή σε παροξυσμική συμπαθητικογενή υπερδραστηριότητα) και άλλες σπανιότερες.

Τόσο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων από ένα υψηλό και χρόνιο πυρετό στο σώμα, όσο και για την διερεύνηση του αιτίου του πυρετού είναι απαραίτητος όπως ήδη τονίσαμε ένας ενδελεχής και πλήρης κλινικός και εργαστηριακός έλεγχος.

Τύποι πυρετού

  1. Συνεχής πυρετός: Μικρές διακυμάνσεις περί τον 1 βαθμό Κελσίου μέσα στο 24ωρο. Αίτια: ουρολοίμωξη, πνευμονία, βρουκέλλωση κ.ά.
  2. Υφέσιμος πυρετός ή Σηπτικός: Μεγάλες διακυμάνσεις μέσα στο 24ωρο, χωρίς όμως περιόδους απυρεξίας. Η άνοδος με ρίγος που ακολουθείται από μεγάλες πτώσεις όχι μέχρι απυρεξίας που ακολουθείται από εφίδρωση το ίδιο 24ωρο. Αίτια: σηψαιμία, απόστημα κ.ά.
  3. Διαλείπων: Μεγάλες διακυμάνσεις μέσα στο 24ωρο. Η άνοδος με ρίγος που ακολουθούνται από μεγάλες πτώσεις μέχρι απυρεξίας που ακολουθείται από εφίδρωση το ίδιο 24ωρο.
  4. Εκτικός: Μέγιστο ύψος το απόγευμα με ρίγος, πτώση την νύκτα με εφίδρωση. Αίτια: φυματίωση κ.ά.
  5. Τριταίος: Οι πυρετικές εξάρσεις ανά 3 ημέρες. Αίτια Ελονοσία από Plasmodium Vivax.
  6. Τεταρταίος: Οι πυρετικές εξάρσεις ανά 4 ημέρες. Ελονοσία από Plasmodium Malaria.
  7. Υπάρχουν και άλλοι τύποι πυρετού όπως ο κυματοειδής, ο υπόστροφος με αλληλοδιαδοχή 5 ημέρες πυρετού, 5 ημέρες απυρεξίας όπως στις αγγειίτιδες και άλλοι πιο σπάνιοι.

Σε περιπτώσεις που ο/η ασθενής είναι μικρό παιδί μερικά από τα αναφερόμενα διαφέρουν ελαφρώς μεν αλλά τόσο ώστε να απαιτείται παιδίατρος για την παρακολούθηση.

Φυσικά ο τύπος του πυρετού δεν βάζει την διάγνωση της αιτιολογίας του αλλά είναι μια μικρή βοήθεια στην διαφοροδιάγνωση του.

Αντιπυρετικά φάρμακα

Ο Ιπποκράτης, ο ιδρυτής της Ορθολογικής Ιατρικής, χρησιμοποιούσε ζωμό από Λεύκα και από λευκή Ιτιά, σαν υλικά, τα οποία όπως είναι σήμερα γνωστό περιέχουν σαλικυλικό οξύ, τα οποία χορηγούσε για την αντιμετώπιση του πόνου και του πυρετού από επιλόχεια λοίμωξη. Ακόμη ο Ιπποκράτης και οι επίγονοι του, συνειδητοποίησαν πρώτοι ότι πολλές φορές η τοπική φλεγμονή ενός οργάνου πλην των εμφανών τοπικών κλινικών σημείων συνοδεύεται και από γενικευμένα συμπτώματα όπως κακουχία, μυαλγίες, υπνηλία και πυρετό τα οποία τα αποδίδουμε σήμερα στις Προσταγλανδίνες και τις Ιντερλευκίνες (https://doi.org/10.1093/rheumatology/XXIV.suppl_1.1 ).

To σαλικυλικό οξύ σε διάφορα αφεψήματα, αλοιφές κ.ά. από τον φλοιό της λευκής Ιτιάς καταγράφεται επίσημα και αναφέρεται από τον Έλληνα γιατρό, τον πρώτο Φαρμακολόγο, τον Διοσκουρίδη τον Πεδάνιο στο σύγγραμμα του περί Ύλης Ιατρικής.

Μόλις το 1763 έγινε η πρώτη κλινική μελέτη με τον ζωμό από φλοιό Ιτιάς από μη γιατρό και απλό χωρικό, τον Edward Stone, από το Oxfordshire, ο οποίος τον χρησιμοποίησε αρχικά για την αντιμετώπιση του πυρετού του και στη συνέχεια, εντυπωσιασμένος από το αποτέλεσμα, τον χορήγησε και σε 50 άλλους ανθρώπους με εμπύρετη νόσο με πολύ καλά αποτελέσματα. Τα ευρήματα του τα παρουσίασε  στην Royal Society όπου έκαναν μεγάλη εντύπωση και έτσι καθιερώθηκε το σχετικό αντιφλεγμονώδες, αναλγητικό  και αντιπυρετικό αφέψημα, τουλάχιστον στην Αγγλία. Η ανακάλυψη του θερμόμετρου τον 18ο αιώνα βοήθησε στην αντικειμενική τεκμηρίωση της αντιπυρετικής δράσης του σαλικυλικού οξέος (Brune Key et al. Arthritis and Rheumatism 2004;50:2391, Vane J.R., et al. 1996, https://doi.org/10.1007/978-94-011-5386-7_1).

Η πρόσφατη φαρμακολογική ιστορία των Μη Στεροειδών Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων (ΜΣΑΦ) με ισχυρές αντιπυρετικές ιδιότητες, αρχίζει το 1820 όταν απομονώθηκε για πρώτη φορά η ουσία σαλικιλίνη η οποία είχε θεραπευτικές δυνατότητες στον πόνο και στον πυρετό. Το 1860 γίνεται για πρώτη φορά η σύνθεση του σαλικυλικού οξέος. Δέκα χρόνια αργότερα στα εργαστήρια της Bayern οι προσπάθειες ενός νεαρού χημικού του Felix Hoffman για να καταστείλει στους πόνους των αρθρώσεων του πατέρα του, ο οποίος έπασχε από Ρευματοειδή αρθρίτιδα, πρόσφεραν στην Ανθρωπότητα ένα απίστευτης αξίας φάρμακο, το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, δηλαδή την Ασπιρίνη. Η επίσημη λοιπόν έναρξη της εποχής των Μη Στεροειδών Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων ή όπως κακόηχα ονομάζονται ΜΣΑΦ, καθιερώνεται στις 23 Ιανουαρίου 1899, την ημέρα της πρώτης κυκλοφορίας της Ασπιρίνης. Από την ασπιρίνη προήλθαν όλα αντιφλεγμονώδη αντιπυρετικά φάρμακα, όπως η Ιμπουπροφένη, η Ναπροξένη, η Δικλοφενάκη και όλα τα υπόλοιπα. Όλα αυτά απλώς καταργούν τις προσταγλανδίνες και ιδιαίτερα την PGE2 γιαυτό και θεωρούνται πολύ αποτελεσματικά αντιπυρετικά φάρμακα (Βλέπε και Ενότητα Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα).

Όταν κάποιος δεν μπορεί να λάβει ΜΣΑΦ ή Ασπιρίνη, συνήθως επειδή έχει ευαίσθητο γαστρεντερικό σύστημα, τότε λαμβάνει Παρακεταμόλη. Η Παρακεταμόλη ανακαλύφθηκε κατά λάθος. Ένας ερευνητής ο οποίος προσπαθούσε να φτιάξει ένα φάρμακο για τους σκώληκες του εντέρου, έφτιαξε την ακετανιλίδη, η οποία μεν δεν δρα καθόλου στους σκώληκες, αλλά έχει ένα πολύ καλό αναλγητικό και αντιπυρετικό αποτέλεσμα. Επειδή η πρώτη ουσία αυτή είχε παρενέργειες τροποποιήθηκε στην συνέχεια και προέκυψε η ακεταμινοφαίνη ή παρακεταμόλη, που δεν έχει. Όλα αυτά τα πειράματα έγιναν 2 χρόνια πριν την ανακάλυψη της Ασπιρίνης, πάλι στην Bayern, αλλά κανείς δεν ασχολήθηκε με αυτήν. Η Παρακεταμόλη άρχισε να κυκλοφορεί στην αγορά πρώτα στις ΗΠΑ, μετά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο, όταν οι Αμερικανοί πήραν σαν πολεμικό λάφυρο την Παρακεταμόλη από τους Γερμανούς. Ο τρόπος που δρα η Παρακεταμόλη τόσο στον πόνο όσο και στον πυρετό παρά τα 150 χρόνια που αναζητάται δεν έχει βρεθεί ακόμη και αποτελεί ένα από τα φαρμακολογικά μυστήρια.

Τέλος το απόλυτο αντιφλεγμονώδες αλλά και αντιπυρετικό φάρμακο είναι η Κορτιζόνη. Πρόκειται για μία στεροειδή ορμόνη, όπως τα οιστρογόνα, την βιταμίνη D κ.ά. και παράγεται φυσιολογικά στα επινεφρίδια. Ανακαλύφθηκε το 1930, συντέθηκε σαν φάρμακο το 1948 από τον Lewis Sarett της Merck & Co και χορηγήθηκε για πρώτη φορά στη θεραπεία της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας. Είναι το ισχυρότερο αντιφλεγμονώδες άρα και αντιπυρετικό και έχει σώσει έκτοτε και καθημερινά συνεχίζει να σώζει, πάρα πολλές ζωές. Το μεγαλύτερο πρόβλημα με την κορτιζόνη είναι ότι πρέπει να χορηγείται από γιατρούς που γνωρίζουν καλά τον χειρισμό της διότι προκαλεί σοβαρές και άμεσες και χρόνιες ανεπιθύμητες ενέργειες.

Γενικότερα μέτρα αντιμετώπισης του πυρετού: Υγρά για την αντιμετώπιση της αφυδάτωσης, ελαφρά εύπεπτα γεύματα (όχι κόκκινο κρέας, σοκολάτα, οινόπνευμα) και κρύα επιθέματα στο σώμα.

Θα πρέπει να τονισθεί ότι ο πυρετός είναι μία από τις εκδηλώσεις μιας φλεγμονής. Η φλεγμονή είναι μία φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού και σκοπό έχει αφενός την αντιμετώπιση και εξουδετέρωση του φλεγμονώδους ερεθίσματος, είτε είναι ενδογενές είτε είναι εξωγενές αφετέρου είναι απαραίτητη και για την ανάπλαση της βλάβης που αυτό προκάλεσε. Χωρίς την φλεγμονή η αντιμετώπιση υπολείπεται και δεν γίνεται και ανάπλαση. Μάλιστα μία πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι χωρίς πυρετό η διαδικασία της ανάπλασης χρειάζεται διπλάσιο χρόνο για να επιτευχθεί (https://doi.org/10.7554/eLife.83644). Άρα θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον πυρετό με αντιφλεγμονώδη φάρμακα, μόνο στις περιπτώσεις που είναι υψηλός, δηλαδή περισσότερο από 38 βαθμούς και διαρκεί περισσότερο από 3 ημέρες.

Την παλαιά εποχή της παραδοσιακής Ιατρικής ο πυρετός ήταν ένα βασικό κλινικό εύρημα που βοηθούσε τους γιατρούς πολύ στην διάγνωση και διαφοροδιάγνωση του ασθενούς. Στην εποχή της σύγχρονης Ιατρικής, με τις απειράριθμες εργαστηριακές εξετάσεις ο πυρετός σαν κλινικό εύρημα μαζί ή χωρίς τον πόνο, βοηθά περισσότερο τον ασθενή για να αποφασίσει πότε και εάν θα επισκεφθεί ένα γιατρό για το πρόβλημα του.