13-12-2014

Ολοι θέλουνε να πάνε στον Παράδεισο, αλλά κανείς δεν θέλει να πεθάνει!

Ολοι θέλουνε να πάνε στον Παράδεισο, αλλά κανείς δεν θέλει να πεθάνει!
 
 
1. Είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς και ο Αγιος Βασίλης ετοιμάζεται να πάει τα δώρα στα καλά παιδάκια όλου του κόσμου. Αφού λοιπόν κάνει το μπανάκι του, ανοίγει την ντουλάπα για να πάρει τη στολή του. Καθώς τραβάει την στολή από την κρεμάστρα, μετά φρίκης διαπιστώνει ότι εκτός από ασιδέρωτη, η στολή έχει μία τεράστια τρύπα στην κοιλιά από το σκόρο. Αμέσως τρέχει στην γυναίκα του, και της δίνει τη στολή για να την φτιάξει. Η γυναίκα του όμως, με μεγάλο θράσος του απαντάει…
- Ασε με τώρα… δεν μπορώ… βλέπω Λάμψη…
- Ρε γυναίκα, δεν μπορώ να βγω έτσι έξω.. τι θα πει ο κόσμος;
- Να τη μπαλώσεις και να την σιδερώσεις μόνος σου.. και τώρα σιωπή, γιατί μιλάει ο Γιάγκος…
Έξαλλος ο Αγιος Βασίλης, παίρνει τη στολή, βάζει το σίδερο στη μπρίζα, και αρχίζει να σιδερώνει, μουρμουρίζοντας κάτω από την άσπρη του γενιάδα μερικές δίολου εορταστικές φράσεις…
Αφού τελειώνει λοιπόν με τη στολή, βγαίνει έξω για να φορτώσει τα δώρα, και διαπιστώνει ότι δεν υπήρχε ούτε ένας καλικάτζαρος. Έξαλλος και πάλι ο Αγιος Βασίλης, ψάχνει και βρίσκει έναν…
- Τι έγινε ρε καλικάτζαρε, λέει ο Αγιος Βασίλης, που χαθήκατε όλοι;..
- Αγιε μου Βασίλη, έχουμε πλέον συνδικαλιστεί, και αποφασίσαμε 24ωρη απεργία. Απαιτούμε αύξηση στο μισθό μας.
Ο Αι Βασίλης, έχει αρχίσει να φορτώνει άσχημα, αλλά προσπαθεί να κρύψει το θυμό του. Αρπάζει λοιπόν το σάκο, και αρχίζει να τον γεμίζει με παιχνίδια μοναχός του. Καθώς πάει να τα φορτώσει στο έλκυθρο, διαπιστώνει ότι δύο από τους ταράνδους γεννάγανε, και οι υπόλοιποι το είχαν σκάσει πηδόντας από το φράχτη. Σε κατάσταση αλοφροσύνης, ο Αι Βασίλης, πετάει με δύναμη το σάκο μέσα στο έλκυθρο, όπου αυτός σκίζεται και χύνονται όλα τα παιχνίδια στο χιόνι.
Τα νεύρα του Αι Βασίλη, πλέον έχουν ξεπεράσει τα όρια περιγραφής. Παρ’όλα αυτά αποφασίζει να πάει να πιει ένα ουισκάκι για να ηρεμήσει. Παρατηρεί όμως ότι το μπουκάλι με το Jack Daniels ήταν άδειο. Ξεχνάει το ουίσκι, αλλά όχι και το θυμό του, και πάει να βάλει λίγο καφέ. Του πέφτει όμως η καφετιέρα από τα χέρια, και μετατρέπεται σε παζλ 3000 κομματιών πάνω στο πάτωμα.
Με φανερή τσατίλα, πάει να φέρει τη σκούπα για να καθαρίσει, αλλά ανακαλύπτει ότι τα ποντίκια είχαν φάει το άχυρο από τη σκούπα. Ο Αγιος Βασίλης ήταν έτοιμος να σκάσει από την τσαντίλα, όταν εκείνη τη στιγμή μπαίνει ένα αγγελάκι στην κουζίνα κουβαλώντας ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο.
- Αγιε Βασίλη, λέει το αγγελάκι, πηδώντας χαριτωμένα, έφερα το δέντρο. Πού να το βάλω;
Και από τότε φίλοι μου, έχει επικρατήσει το έθιμο να βάζουμε το αγγελάκι στην κορυφή του δέντρου…
 
2. Aνακάλυψαν λέει νερό και πάγο στον πλανήτη Ερμή.
Ουίσκι και φιστίκια θα χρειαστεί να πάρουμε μόνο.
 
3. Μια φίλη μου μπέρδεψε τα αντισυλλυπτικά χάπια με τα ηρεμιστικά!
Τώρα έχει 8 παιδιά… αλλά στα παλιά της τα παπούτσια, δεν στεναχωριέται με τίποτα!
 
4. Κάθεται μια κυράτζα στο μπουγατσατζιδικο και μου λέει:
-Θα μου φέρετε το μενού;
Και τις απαντάω:
-Ναι κυρία μου, να σας φέρω και ένα ΜΙΛΚΟ ροζέ του ’64 να δοκιμάσετε?
 
5. Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα πολύ μικρό χωριουδάκι ζούσε μια γεροντοκόρη, 85 χρονών, που ήταν ακόμη παρθένα, παρόλα τα χρονάκια της. Ήταν πολύ περήφανη για το γεγονός ότι δεν είχε χάσει την παρθενιά της και επειδή καταλάβαινε ότι δεν είχε πολύ να ζήσει ακόμη, πήγε και βρήκε το νεκροθάφτη και του είπε ότι η επιθυμία της ήταν, όταν πέθαινε, να γράφανε πάνω στην ταφόπλακα τα εξής:
«Γεννήθηκε παρθένα, έζησε παρθένα και πέθανε παρθένα».
Κανόνισε και τους λογαριασμούς της μαζί του και έφυγε.
Όταν, μετά από ένα διάστημα, πέθανε η παρθένα, ο νεκροθάφτης είπε στους παραγιούς του τι ήθελε να της γράψουν πάνω στην ταφόπλακα κι έφυγε, για να τους αφήσει να κάνουν τη δουλειά.
Επειδή όμως βαριόντουσαν εκείνοι και βρήκαν την επιγραφή πολύ μεγάλη, σκάλισαν πάνω στην πέτρα:
«Επιστρέφεται χωρίς να ανοιχτεί».